Στατικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: στατικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
statinis, statinė, statinio, static, statiškas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στατικός
στατικός ηλεκτρισμός στον άνθρωπο, στατικός ηλεκτρισμός ε δημοτικού, στατικός ηλεκτρισμός, στατικός ηλεκτρισμός αυτοκίνητο, στατικός μοντελισμός, στατικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στατικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στασιασμός στα λιθουανικά - kurstymas maištauti, vaidai, Sedition, Bunt, antivyriausybinė agitacija
- στασιαστικός στα λιθουανικά - maištingas, maištinga, maištingi, opornego, užsispyręs
- στατιστική στα λιθουανικά - statistika, statistiniai duomenys, statistikos, statistiniai, statistiką
- σταυροφορία στα λιθουανικά - žygis, kampanija, kryžiaus žygis, Crusade, kryžiaus žygį, žygį
Τυχαίες λέξεις
Στατικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: statinis, statinė, statinio, static, statiškas
Μεταφράσεις: statinis, statinė, statinio, static, statiškas