Ταράσσομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: ταράσσομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
raukytis, susigūžimas, susigūžti, krūptelėti, krūpčiojimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταράσσομαι
ταράσσομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ταράσσομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ταπετσαρία στα λιθουανικά - tapetai, ekrano užsklanda, užsklanda, Užsklandos, wallpaper
- ταράζω στα λιθουανικά - agituoti, neplakite, kratyti, plakti, sujudinti
- ταράτσα στα λιθουανικά - stogas, terasa, kabelinė, terasos, kondicionavimas
- ταραγμένος στα λιθουανικά - sumišęs, supainioti, painioti, painiojama, supainiotas
Τυχαίες λέξεις
Ταράσσομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: raukytis, susigūžimas, susigūžti, krūptelėti, krūpčiojimas
Μεταφράσεις: raukytis, susigūžimas, susigūžti, krūptelėti, krūpčiojimas