Τασάκι στα λιθουανικά
Μετάφραση: τασάκι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
peleninė, peleninę, pelenines, peleninės, indą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τασάκι
τασάκι τουρκικα, τασάκι ονειροκρίτης, τασάκι bar, τασάκι παραλίας, τασάκι που ρουφάει τον καπνό, τασάκι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τασάκι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ταριχεύω στα λιθουανικά - slėgtainis, marinuota silkė, pasigėrimas, pikiravimas, marinuota mėsa
- ταρσικός στα λιθουανικά - čiurnos
- ταυτίζω στα λιθουανικά - identiškas, tapatus, identiški, identiškos, tapačios
- ταυτότητα στα λιθουανικά - tapatybė, tapatybės, tapatybę, tapatumas, asmens tapatybės
Τυχαίες λέξεις
Τασάκι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: peleninė, peleninę, pelenines, peleninės, indą
Μεταφράσεις: peleninė, peleninę, pelenines, peleninės, indą