Τούβλο στα λιθουανικά
Μετάφραση: τούβλο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plyta, plytų, mūrinis, plytos, mūrinė
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τούβλο
τούβλο κατεδάφισης, τούβλο ή γυψοσανίδα, τούβλο ytong, τούβλο τιμή, τούβλο λ, τούβλο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τούβλο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τουρτουρίζω στα λιθουανικά - drebantis, drebulys
- τουφέκι στα λιθουανικά - šautuvas, išrantyti, apvogti, pagrobti
- τούνδρα στα λιθουανικά - tundra, Tundros, Polina
- τούνελ στα λιθουανικά - tunelis, tunelio, tunelį, tunelių, tunnel
Τυχαίες λέξεις
Τούβλο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: plyta, plytų, mūrinis, plytos, mūrinė
Μεταφράσεις: plyta, plytų, mūrinis, plytos, mūrinė