Τούβλο στα ουκρανικά

Μετάφραση: τούβλο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
цегла, цемент, цеглу, кирпич, цеглина
Τούβλο στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τούβλο

τούβλο κατεδάφισης, τούβλο ή γυψοσανίδα, τούβλο ytong, τούβλο τιμή, τούβλο λ, τούβλο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τούβλο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τουρτουρίζω στα ουκρανικά - трястися, тріпотіти, шофер, дрож, тремтіння
  • τουφέκι στα ουκρανικά - поріг, брижі, ондатра, канавка, стромовина, брижа, хохуля, ...
  • τούνδρα στα ουκρανικά - тундра, тундри
  • τούνελ στα ουκρανικά - тунельний, тунель, коридор, димохід, тунелю, тунельні
Τυχαίες λέξεις
Τούβλο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: цегла, цемент, цеглу, кирпич, цеглина