Τραυματίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: τραυματίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
blogis, kančia, sužeisti, skriauda, žaizda, įžeisti, pakenkti, žaloti, susižeisti, susižeidžiate
Τραυματίζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυματίζω

τραυματίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τραυματίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τραυλίζω στα λιθουανικά - mikčioti, mikčiojimas, miksėjimas, Bełkotać, miksėti
  • τραυλισμός στα λιθουανικά - mikčiojimas, Stuttering, stostās, mikčiojimo, mikčiojančiųjų
  • τραυματικός στα λιθουανικά - trauminis, trauminė, traumuos, traumuoja, potrauminio
  • τραυματισμένος στα λιθουανικά - nukentėjęs, sužeisti, sužeistas, sužeista, gana rimtai sužeistas
Τυχαίες λέξεις
Τραυματίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: blogis, kančia, sužeisti, skriauda, žaizda, įžeisti, pakenkti, žaloti, susižeisti, susižeidžiate