Υπερακοντίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: υπερακοντίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
viršyti, viršijimas, dydžių viršijimas, ploto viršijimą, viršyta riba
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερακοντίζω
υπερακοντίζω λεξικο, υπερακοντίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπερακοντίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υπεράσπιση στα λιθουανικά - apsauga, gynimas, gynyba, Gynėjas, gynybos
- υπερήφανα στα λιθουανικά - išdidžiai, Proudly, pasididžiavimu, su pasididžiavimu, drąsiai
- υπερασπίζομαι στα λιθουανικά - ginti, apginti, čempionas, čempionu, čempionė, čempionų, čempiono
- υπερασπίζω στα λιθουανικά - apginti, ginti, gina, apsaugoti, gintis
Τυχαίες λέξεις
Υπερακοντίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: viršyti, viršijimas, dydžių viršijimas, ploto viršijimą, viršyta riba
Μεταφράσεις: viršyti, viršijimas, dydžių viršijimas, ploto viršijimą, viršyta riba