Φανερώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: φανερώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atiduoti, padovanoti, išpliaukšti, išplempti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φανερώνω
φανερώνω συνώνυμο, φανερώνω αγγλικά, φανερώνω συνώνυμα, φανερώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φανερώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φανερά στα λιθουανικά - atvirai, atviriau, viešai, atviri
- φανερός στα λιθουανικά - akivaizdus, aiškus, akivaizdu, akivaizdi, akivaizdūs
- φαντάζομαι στα λιθουανικά - įsivaizduoti, įsivaizduokite, manyti
- φαντάρος στα λιθουανικά - privatus, karys, kareivis, Eilinis, kariai, kareivius
Τυχαίες λέξεις
Φανερώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atiduoti, padovanoti, išpliaukšti, išplempti
Μεταφράσεις: atiduoti, padovanoti, išpliaukšti, išplempti