Φρόνιμος στα λιθουανικά
Μετάφραση: φρόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įžūlus, išmintingas, davatka, apsimestinai drovi moteris, Klīrīga moteris, Świętoszek, drovės sergėtojas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρόνιμος
είμαι φρόνιμος, φρόνιμος στα αγγλικά, τάσος φρόνιμος, κωστής φρόνιμος, γεράσιμοσ φρόνιμοσ, φρόνιμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φρόνιμος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φρούριο στα λιθουανικά - fortas, citadelė, tvirtovė, Fort, forto, fortą
- φρούτο στα λιθουανικά - vaisius, vaisiai, vaisių, fruit
- φρύδι στα λιθουανικά - antakis, antakių, antakiams, Eyebrow, antakiai
- φτάνω στα λιθουανικά - atvykti, pasiekti, būti pakankamai, pakankamai, būti pakankamas, pakakti, būti gana
Τυχαίες λέξεις
Φρόνιμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įžūlus, išmintingas, davatka, apsimestinai drovi moteris, Klīrīga moteris, Świętoszek, drovės sergėtojas
Μεταφράσεις: įžūlus, išmintingas, davatka, apsimestinai drovi moteris, Klīrīga moteris, Świętoszek, drovės sergėtojas