Φυσιολογικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: φυσιολογικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
normalus, fiziologinis, fiziologinė, fiziologinio, fiziologinės, fiziologinių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσιολογικός
φυσιολογικός σφυγμός, φυσιολογικός ορός, φυσιολογικός όγκος προστάτη, φυσιολογικός τοκετός μετά από καισαρική, φυσιολογικός τοκετός ή καισαρική, φυσιολογικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φυσιολογικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φυσικός στα λιθουανικά - fizinis, fizinė, fizinės, fizinio, fizinį
- φυσιοθεραπεία στα λιθουανικά - fizioterapija, fizioterapinė, fizioterapijos, kineziterapija, physiotherapy
- φυσώ στα λιθουανικά - smūgis, smūgį, blow, pūsti, pūtimas
- φυτίλι στα λιθουανικά - tamponas, dagtis, Wick, miestelis
Τυχαίες λέξεις
Φυσιολογικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: normalus, fiziologinis, fiziologinė, fiziologinio, fiziologinės, fiziologinių
Μεταφράσεις: normalus, fiziologinis, fiziologinė, fiziologinio, fiziologinės, fiziologinių