Φυσιολογικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: φυσιολογικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
habitual, normal, natural, fisiológica, fisiológico, fisiológicas, fisiológicos, physiological
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυσιολογικός
φυσιολογικός σφυγμός, φυσιολογικός ορός, φυσιολογικός όγκος προστάτη, φυσιολογικός τοκετός μετά από καισαρική, φυσιολογικός τοκετός ή καισαρική, φυσιολογικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, φυσιολογικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- φυσικός στα πορτογαλικά - fotografia, físico, física, físicas, físicos, material
- φυσιοθεραπεία στα πορτογαλικά - fisioterapia, de fisioterapia, a fisioterapia, fisioterapêutica, physiotherapy
- φυσώ στα πορτογαλικά - pancada, golpe, sopro, soprar, de sopro, do sopro
- φυτίλι στα πορτογαλικά - fusível, pavio, mecha, wick, torcida, feltro de lubrificação
Τυχαίες λέξεις
Φυσιολογικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: habitual, normal, natural, fisiológica, fisiológico, fisiológicas, fisiológicos, physiological
Μεταφράσεις: habitual, normal, natural, fisiológica, fisiológico, fisiológicas, fisiológicos, physiological