Αρετή στα νορβηγικά
Μετάφραση: αρετή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dyd, kraft, i kraft, grunn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρετή
αρετή κετιμέ, αρετή γεωργιλή, αρετή κοσμίδου facebook, αρετή κοσμίδου so cruel, αρετή κοσμίδου the voice, αρετή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αρετή στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αργόσχολος στα νορβηγικά - doven, ørkesløs, uvirksom, dagdriver, Loafer, mokasinversjon, dagdrivermentalitet, ...
- αρδεύω στα νορβηγικά - vanne, skylle, å vanne, overrisle, dreneres
- αριθμητική στα νορβηγικά - aritmetikk, aritmetiske, aritmetisk, regning, regne
- αριθμός στα νορβηγικά - siffer, skikkelse, nummer, nummerere, tall, antall, rekke, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρετή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: dyd, kraft, i kraft, grunn
Μεταφράσεις: dyd, kraft, i kraft, grunn