Αρχαιολογικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: αρχαιολογικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
arkeolog, arkeologisk, arkeologiske, Archaeological, Arkaeologisk, arkeologiske funn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχαιολογικός
αρχαιολογικός χώρος δίου, αρχαιολογικός χώρος δελφών, αρχαιολογικός χώρος ελευσίνας, αρχαιολογικός χώρος βούντενης, αρχαιολογικός χώρος νεμέας, αρχαιολογικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αρχαιολογικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αρχαίος στα νορβηγικά - eldgammel, gamle, gammel, antikke, gammelt
- αρχαιολογία στα νορβηγικά - arkeologi, arkeologien, archeology, arkeologiske
- αρχαιολόγος στα νορβηγικά - antikvar, arkeolog, arkeologen, arkeologer
- αρχαιότητα στα νορβηγικά - oldtid, antikken, oldtiden, antikkens, antikke, oldtidens
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολογικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: arkeolog, arkeologisk, arkeologiske, Archaeological, Arkaeologisk, arkeologiske funn
Μεταφράσεις: arkeolog, arkeologisk, arkeologiske, Archaeological, Arkaeologisk, arkeologiske funn