Αρχαιολογικός στα τσεχικά

Μετάφραση: αρχαιολογικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
archeoložka, archeolog, archeologický, archeologické, archeologická, archeologickou, archeologického
Αρχαιολογικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχαιολογικός

αρχαιολογικός χώρος δίου, αρχαιολογικός χώρος δελφών, αρχαιολογικός χώρος ελευσίνας, αρχαιολογικός χώρος βούντενης, αρχαιολογικός χώρος νεμέας, αρχαιολογικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, αρχαιολογικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αρχαίος στα τσεχικά - archaický, starobylý, zastaralý, starověký, starověkých, starobylá, starý
  • αρχαιολογία στα τσεχικά - archeologie, a archeologie, archeologii
  • αρχαιολόγος στα τσεχικά - antikvář, archeolog, archeologem, archeoložka, archeologa
  • αρχαιότητα στα τσεχικά - antika, starobylost, starověk, starodávnost, starověku, dávnověk, starožitnosti
Τυχαίες λέξεις
Αρχαιολογικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: archeoložka, archeolog, archeologický, archeologické, archeologická, archeologickou, archeologického