Διανοητικά στα νορβηγικά

Μετάφραση: διανοητικά, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mentalt, psykisk
Διανοητικά στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διανοητικά

διανοητικά προβλήματα, διανοητικά ασθενήσ, διανοητικά ασθενών διαδικαστικός κανονισμός, διανοητικά καθυστερημένοσ, διανοητικά καθυστερημένο, διανοητικά λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διανοητικά στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • διαμορφώνω στα νορβηγικά - fasong, figur, måte, mote, skikkelse, form, fashioned, ...
  • διανέμω στα νορβηγικά - distribuere, fordele, distribuerer, å distribuere, dele
  • διανοητικός στα νορβηγικά - intellektuell, mental, mentale, psykisk, psykiske, mentalt
  • διανομέας στα νορβηγικά - postbud, distributør, distributøren, forhandler, fordel, agent
Τυχαίες λέξεις
Διανοητικά στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: mentalt, psykisk