Διανοητικά στα φινλανδικά
Μετάφραση: διανοητικά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
henkisesti, psyykkisesti, kehitysvammaisten, mielenterveysongelmista, mentaalisesti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διανοητικά
διανοητικά προβλήματα, διανοητικά ασθενήσ, διανοητικά ασθενών διαδικαστικός κανονισμός, διανοητικά καθυστερημένοσ, διανοητικά καθυστερημένο, διανοητικά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διανοητικά στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- διαμορφώνω στα φινλανδικά - muotoilla, muodostaa, työstää, muoti, tapa, kyhätä, muovata, ...
- διανέμω στα φινλανδικά - rajalinja, pinota, antaa, ojentaa, osittaa, rajaviiva, raja, ...
- διανοητικός στα φινλανδικά - ajattelija, tiedollinen, henkinen, älykkö, älyllinen, älykäs, henkistä, ...
- διανομέας στα φινλανδικά - posteljooni, jakaja, virranjakaja, postimies, jakelija, jakelijan, jälleenmyyjä, ...
Τυχαίες λέξεις
Διανοητικά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: henkisesti, psyykkisesti, kehitysvammaisten, mielenterveysongelmista, mentaalisesti
Μεταφράσεις: henkisesti, psyykkisesti, kehitysvammaisten, mielenterveysongelmista, mentaalisesti