Διανοητικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διανοητικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mentalmente, mental, mentais
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διανοητικά
διανοητικά προβλήματα, διανοητικά ασθενήσ, διανοητικά ασθενών διαδικαστικός κανονισμός, διανοητικά καθυστερημένοσ, διανοητικά καθυστερημένο, διανοητικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διανοητικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διαμορφώνω στα πορτογαλικά - plasmar, forma, maneira, rasa, fascinante, modelar, costume, ...
- διανέμω στα πορτογαλικά - lambuzar, partir, ungir, acabrunhar, afligir, distribuir, distribua, ...
- διανοητικός στα πορτογαλικά - intelectual, inteligente, integrar, mental, mentais
- διανομέας στα πορτογαλικά - distribuidor, carteiro, selo, distribuição, Distribuidora, Distribuidora de, distribuidor de, ...
Τυχαίες λέξεις
Διανοητικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mentalmente, mental, mentais
Μεταφράσεις: mentalmente, mental, mentais