Επείγων στα νορβηγικά
Μετάφραση: επείγων, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
haster, presser, presserende, akutt, påtrengende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επείγων
επείγων κλιση, επείγων επείγον, επείγων ή επείγον, κατ επείγων, ο επείγων, επείγων λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επείγων στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επαχθής στα νορβηγικά - besværlig, tyngende, byrde, byrdefull, byrdefullt, byrdefulle
- επαύξηση στα νορβηγικά - tilvekst, tilveksten, økning, inkrement, økningen
- επεισόδιο στα νορβηγικά - hendelse, episode, episoden
- επεκτατικός στα νορβηγικά - ekspansiv, ekspansive, omfattende, vidstrakte, ekspansivt
Τυχαίες λέξεις
Επείγων στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: haster, presser, presserende, akutt, påtrengende
Μεταφράσεις: haster, presser, presserende, akutt, påtrengende