Επείγων στα ιταλικά
Μετάφραση: επείγων, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
urgente, incalzante, impellente, urgenza, urgenti, d'urgenza, urgentemente
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επείγων
επείγων κλιση, επείγων επείγον, επείγων ή επείγον, κατ επείγων, ο επείγων, επείγων λεξικό γλώσσας ιταλικά, επείγων στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επαχθής στα ιταλικά - gravoso, oneroso, onerosa, gravosa, onerosi
- επαύξηση στα ιταλικά - incremento, minimo, incremento di, di incremento, incrementi
- επεισόδιο στα ιταλικά - episodio, incidente, caso, puntata, episode, episodio di, dell'episodio
- επεκτατικός στα ιταλικά - espansivo, espansiva, ampio, ampia, espansione
Τυχαίες λέξεις
Επείγων στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: urgente, incalzante, impellente, urgenza, urgenti, d'urgenza, urgentemente
Μεταφράσεις: urgente, incalzante, impellente, urgenza, urgenti, d'urgenza, urgentemente