Επείγων στα πολωνικά
Μετάφραση: επείγων, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nagły, usilny, naglący, pilny, pilne, pilna, pilną
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επείγων
επείγων κλιση, επείγων επείγον, επείγων ή επείγον, κατ επείγων, ο επείγων, επείγων λεξικό γλώσσας πολωνικά, επείγων στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- επαχθής στα πολωνικά - uciążliwy, uciążliwe, uciążliwa, uciążliwym, kłopotliwe
- επαύξηση στα πολωνικά - wzmocnienie, przyrost, intensyfikacja, nasilenie, wzmacnianie, przyrostu, increment, ...
- επεισόδιο στα πολωνικά - epizod, swoisty, awaria, właściwy, padający, incydent, przypadkowy, ...
- επεκτατικός στα πολωνικά - rozległy, ekspansywny, wylewny, ekspansywna, ekspansywne
Τυχαίες λέξεις
Επείγων στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nagły, usilny, naglący, pilny, pilne, pilna, pilną
Μεταφράσεις: nagły, usilny, naglący, pilny, pilne, pilna, pilną