Ντόρος στα νορβηγικά
Μετάφραση: ντόρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
larm, buzz, Google Buzz, summingen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντόρος
κάβο ντόρος, ντόρος σημασια, θεόδωρος ντόρρος, ντόρος ετυμολογια, ντόρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ντόρος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ντόμπρος στα νορβηγικά - bratt, oppriktig, frimodig, åpen, steil, åpenhjertig, bløffe, ...
- ντόπιος στα νορβηγικά - innfødt, innfødte, mors, opprinnelige, opprinnelig
- ντύνομαι στα νορβηγικά - antrekk, drakt, kjole, kle seg, dress up, dress opp, kjole opp, ...
- ντύνω στα νορβηγικά - kjole, drakt, antrekk, clothe, ikle, kle, klær, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντόρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: larm, buzz, Google Buzz, summingen
Μεταφράσεις: larm, buzz, Google Buzz, summingen