Ουσιώδης στα νορβηγικά

Μετάφραση: ουσιώδης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uunnværlig, livsviktig, vital, essensielle, essensielt, avgjørende, viktig, essensiell
Ουσιώδης στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιώδης

ουσιώδης αγγλικά, ουσιώδης πρωτοι συνεπαγωγοι, ουσιώδησ τύποσ, ουσιώδης πλάνη, ουσιώδης συνώνυμα, ουσιώδης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ουσιώδης στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ουσιαστικό στα νορβηγικά - substantiv, noun, substantivet, Navn
  • ουσιαστικός στα νορβηγικά - solid, massiv, fast, sterk, betydelig, vesentlig, betydelige, ...
  • οφείλω στα νορβηγικά - skylde, skylder, du skylder
  • οφθαλμός στα νορβηγικά - øye, eye, øyet, øyen, øyne
Τυχαίες λέξεις
Ουσιώδης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: uunnværlig, livsviktig, vital, essensielle, essensielt, avgjørende, viktig, essensiell