Πυκνός στα νορβηγικά
Μετάφραση: πυκνός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tykk, tett, firskåren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνός
πυκνός μαστός, πυκνός αντώνυμα, πυκνόσ μετάφραση, πυκνός και λιτός λόγος, πυκνός συνώνυμα, πυκνός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πυκνός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- πυγμαχώ στα νορβηγικά - bokse, sparre, spar, flyte, Sparringskampen, bøyen
- πυκνωτής στα νορβηγικά - kondensator, kondensatoren, kondensatorer
- πυκνότητα στα νορβηγικά - tykkelse, tetthet, tettheten, densitet
- πυκνώνω στα νορβηγικά - tykne, tykkere, bli tykkere, fortykke, fortykkes
Τυχαίες λέξεις
Πυκνός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tykk, tett, firskåren
Μεταφράσεις: tykk, tett, firskåren