Άτυπος στα ολλανδικά
Μετάφραση: άτυπος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
informele, informeel, de informele
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτυπος
άτυπος κοινωνικός έλεγχος, άτυπος διαβήτης, άτυπος σπίλος, άτυπος αυτισμός, άτυπος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άτυπος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- άτρακτος στα ολλανδικά - spil, as, spindel, spindle, de spil
- άτρωτος στα ολλανδικά - resistent, onvatbaar, immuun, onkwetsbaar, onaantastbaar, onkwetsbare, invulnerable, ...
- άτυχος στα ολλανδικά - ongelukkig, pech, ongelukkige, de pech, ongeluk
- άφεση στα ολλανδικά - vrijspraak, ontslaan, royeren, absolutie, ontzetten, ontslag, vergeving, ...
Τυχαίες λέξεις
Άτυπος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: informele, informeel, de informele
Μεταφράσεις: informele, informeel, de informele