Άψογος στα ολλανδικά

Μετάφραση: άψογος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vlekkeloos, onberispelijk, vlekkeloze, onberispelijke, foutloos
Άψογος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άψογος

άψογος συνώνυμο, άψογος συνώνυμα, άψογος αντίθετα, άψογος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άψογος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άχυρο στα ολλανδικά - stro, strooien, rietje, van stro, het stro
  • άψογα στα ολλανδικά - vlekkeloos, brandschoon
  • άψυχος στα ολλανδικά - levenloos, levenloze, lifeless, futloos, dode
  • έβδομος στα ολλανδικά - zevende, de zevende, zevenden
Τυχαίες λέξεις
Άψογος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vlekkeloos, onberispelijk, vlekkeloze, onberispelijke, foutloos