Έκπαγλος στα ολλανδικά
Μετάφραση: έκπαγλος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ekpaglos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έκπαγλος
έκπαγλος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έκπαγλος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- έκλυση στα ολλανδικά - emissies, vrijlating, bevrijding, loslaten, afgifte, versie
- έκλυτος στα ολλανδικά - liederlijk, losbandig, rakish, losbandige, zwierige
- έκπληξη στα ολλανδικά - bevreemding, snappen, verbazing, betrappen, verrassen, verwondering, verrassing, ...
- έκπτωση στα ολλανδικά - rabat, afslaan, aftrekken, gevolgtrekking, korten, afslag, korting, ...
Τυχαίες λέξεις
Έκπαγλος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ekpaglos
Μεταφράσεις: ekpaglos