Ακανόνιστος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ακανόνιστος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onregelmatig, onregelmatige, illegale, een onregelmatige, irreguliere
Ακανόνιστος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακανόνιστος

ακανόνιστος κύκλος περιόδου, ακανόνιστος γαλαξίας, ακανόνιστος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ακανόνιστος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ακαμψία στα ολλανδικά - stijfheid, de stijfheid, stijfheid van, stijfheid te, stijf
  • ακανθώδης στα ολλανδικά - doornig, stekelige, spiny, doornige, stekelig
  • ακατάδεχτος στα ολλανδικά - hooghartig, hoogmoedig, hooghartige, hoogmoedige, haughty
  • ακατάλληλος στα ολλανδικά - ongeschikt, niet geschikt, geschikt, ongeschikte, zodanig niet geschikt
Τυχαίες λέξεις
Ακανόνιστος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onregelmatig, onregelmatige, illegale, een onregelmatige, irreguliere