Αληθοφανής στα ολλανδικά

Μετάφραση: αληθοφανής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vermoedelijk, geloofwaardig, geloofwaardige, geloofwaardiger, geloofwaardig te, believable
Αληθοφανής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αληθοφανής

αληθοφανής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αληθοφανής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αληθινά στα ολλανδικά - werkelijk, echt, wezenlijk, waarlijk, echt moet, echte
  • αληθινός στα ολλανδικά - effectief, eigenlijk, werkelijk, daadwerkelijk, reëel, feitelijk, echt, ...
  • αλησμόνητος στα ολλανδικά - gedenkwaardig, heuglijk, onvergetelijk, onvergetelijke, plezierig, een onvergetelijke
  • αλκαλικός στα ολλανδικά - alkalisch, alkalische, alkaline, basische, alkalinebatterijen
Τυχαίες λέξεις
Αληθοφανής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vermoedelijk, geloofwaardig, geloofwaardige, geloofwaardiger, geloofwaardig te, believable