Αμυγδαλή στα ολλανδικά
Μετάφραση: αμυγδαλή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amygdala, de amygdala, amandelkern
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμυγδαλή
γλωσσική αμυγδαλή, αμυγδαλή εγκέφαλος, αμυγδαλή πρησμένη, αμυγδαλή ιππόκαμπος, αμυγδαλή αγιάς, αμυγδαλή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αμυγδαλή στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αμπάρι στα ολλανδικά - bespreken, bestellen, aanhouding, oponthoud, dragen, verlet, verlating, ...
- αμπέλι στα ολλανδικά - wijngaard, wijngaarden, wijn gaard, de wijngaard, wijngaard van
- αμυδρά στα ολλανδικά - verduisteren, schemerig, vaag, dof, donker
- αμυδρός στα ολλανδικά - duister, obscuur, gesmoord, licht, schemerig, donker, toonloos, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμυγδαλή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: amygdala, de amygdala, amandelkern
Μεταφράσεις: amygdala, de amygdala, amandelkern