Ontdekken στα ελληνικά
Μετάφραση: ontdekken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανιχνεύω, τηρώ, παρατηρώ, ανεύρεση, βρίσκω, πίνακας, εύρημα, ανακαλύπτω, να, για να, σε, για, με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ontbreken στα ελληνικά - αποτυγχάνω, έλλειψη, υστέρημα, έλλειψης, η έλλειψη, απουσία, την έλλειψη
- ontcijferen στα ελληνικά - αποκρυπτογραφώ, αποκρυπτογραφήσει, αποκρυπτογραφήσουν, αποκωδικοποιήσει, να αποκρυπτογραφήσει
- ontdekking στα ελληνικά - ανακάλυψη, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη
- ontdoen στα ελληνικά - εκδύω, γδύνω, γυμνώνω, γδύνομαι, απορρίψετε, πετάξτε, απορρίψτε, ...
Τυχαίες λέξεις
Ontdekken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, τηρώ, παρατηρώ, ανεύρεση, βρίσκω, πίνακας, εύρημα, ανακαλύπτω, να, για να, σε, για, με
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, τηρώ, παρατηρώ, ανεύρεση, βρίσκω, πίνακας, εύρημα, ανακαλύπτω, να, για να, σε, για, με