Αναποτελεσματικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: αναποτελεσματικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ineffectief, ineffectieve, ondoeltreffend, niet effectief, inefficiënt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναποτελεσματικός
αναποτελεσματικός συνώνυμο, αναποτελεσματικός συνώνυμα, αναποτελεσματικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αναποτελεσματικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αναποδογυρίζω στα ολλανδικά - omkeren, van streek, boos, overstuur, verstoord, streek
- αναπολώ στα ολλανδικά - herinneren, herinner, herinner me, onthouden, te herinneren
- αναπροσαρμόζομαι στα ολλανδικά - aangepaste, gecorrigeerde, bijgestelde, aangepast, ingestelde
- αναπτήρας στα ολλανδικά - aansteker, vuurmaker, aak, lichter, lichtere, lichte, lichter is
Τυχαίες λέξεις
Αναποτελεσματικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ineffectief, ineffectieve, ondoeltreffend, niet effectief, inefficiënt
Μεταφράσεις: ineffectief, ineffectieve, ondoeltreffend, niet effectief, inefficiënt