Αναρωτιέμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: αναρωτιέμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbazing, wonder, zich afvragen, benieuwd zijn, verwondering, afvragen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρωτιέμαι
αναρωτιέμαι αντώνυμο, αναρωτιέμαι μερικές φορές είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά πως η ζωή μου είναι μία, αναρωτιέμαι συνώνυμα, αναρωτιέμαι στίχοι, αναρωτιέμαι κλίση, αναρωτιέμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αναρωτιέμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αναρχία στα ολλανδικά - regeringloosheid, anarchie, anarchy, de anarchie, anarchisme
- αναρχικός στα ολλανδικά - anarchist, anarchistische, anarchistisch, anarchisten, de anarchistische
- ανασκευάζω στα ολλανδικά - weerleggen, te weerleggen, weerleg, het weerleg, wederleggen
- ανασκοπώ στα ολλανδικά - revue, revaluatie, tijdschrift, periodiek, recenseren, bespreken, inspectie, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναρωτιέμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verbazing, wonder, zich afvragen, benieuwd zijn, verwondering, afvragen
Μεταφράσεις: verbazing, wonder, zich afvragen, benieuwd zijn, verwondering, afvragen