Αντεπεξέρχομαι στα ολλανδικά

Μετάφραση: αντεπεξέρχομαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
richten, toedienen, dirigeren, besturen, beheren, administreren, mennen, het hoofd te bieden, omgaan, te gaan, hoofd te bieden, gaan
Αντεπεξέρχομαι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντεπεξέρχομαι

αντεπεξέρχομαι σημασια, ανταπεξέρχομαι στα αγγλικα, αντεπεξέρχομαι κλιση, αντεπεξέρχομαι ή ανταπεξέρχομαι, αντεπεξέρχομαι συνώνυμο, αντεπεξέρχομαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αντεπεξέρχομαι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αντεκδίκηση στα ολλανδικά - wraak, vergelding, represailles, vergeldingsmaatregelen, vergeldingsacties
  • αντεπίθεση στα ολλανδικά - rust, opening, stukbreken, schorsing, bres, schenden, pauze, ...
  • αντηχώ στα ολλανδικά - weerklank, weergalmen, naklank, echoën, naklinken, nagalm, echo, ...
  • αντιβασιλέας στα ολλανδικά - regentes, regent, landvoogdes
Τυχαίες λέξεις
Αντεπεξέρχομαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: richten, toedienen, dirigeren, besturen, beheren, administreren, mennen, het hoofd te bieden, omgaan, te gaan, hoofd te bieden, gaan