Απέριττος στα ολλανδικά
Μετάφραση: απέριττος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kuis, eerbaar, ingetogen, rein, zedig, kuise, reine, chaste
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απέριττος
απέριττος συνώνυμο, απέριττος σημασια, απέριττος translate, απέριττος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απέριττος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- απέναντι στα ολλανδικά - over, overheen, tegenover, tegengesteld, tegenovergesteld, tegenovergestelde, tegengestelde
- απέραντος στα ολλανδικά - groot, veelomvattend, breedvoerig, kolossaal, enorm, uitgestrekt, reusachtig, ...
- απέχθεια στα ολλανδικά - weerzin, verschrikking, afschuw, afschrik, walging, gruweldaad, gruwel, ...
- απέχω στα ολλανδικά - zich onthouden, onthouden, zich te onthouden, onthoudt, afzien
Τυχαίες λέξεις
Απέριττος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kuis, eerbaar, ingetogen, rein, zedig, kuise, reine, chaste
Μεταφράσεις: kuis, eerbaar, ingetogen, rein, zedig, kuise, reine, chaste