Αποκήρυξη στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποκήρυξη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zelfverloochening, versterving, verstoting, verwerping, afwijzing, onweerlegbaarheid, ontbinding
Αποκήρυξη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκήρυξη

αποκήρυξη ελληνικής υπηκοότητας, αποκήρυξη τέκνου, αποκήρυξη πατρότητας, αποκήρυξη σημασια, αποκήρυξη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποκήρυξη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποικώ στα ολλανδικά - uittrekken, emigreren, uitwijken, kolonie, kolonie van, kolonies, colony, ...
  • αποκάλυψη στα ολλανδικά - onthulling, openbaring, revelatie, de openbaring, openbaringen
  • αποκαθιστώ στα ολλανδικά - herstellen, restaureren, vernieuwen, medium, remedie, helen, weg, ...
  • αποκαλυπτικός στα ολλανδικά - apocalyptische, apocalyptisch, apocalytische, de apocalytische, op apocalyptische
Τυχαίες λέξεις
Αποκήρυξη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zelfverloochening, versterving, verstoting, verwerping, afwijzing, onweerlegbaarheid, ontbinding