Αποστειρώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποστειρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
steriliseren, te steriliseren, steriliseer, gesteriliseerd, steriliseren van
Αποστειρώνω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποστειρώνω

αποστειρώνω βάζα, αποστειρώνω βάζα παρλιάρος, αποστειρώνω μπουκάλια, αποστειρώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποστειρώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποστασία στα ολλανδικά - afvalligheid, afval, apostase, geloofsafval, de afval
  • αποστατώ στα ολλανδικά - gebrek, tekort, tekortkoming, euvel, afwezigheid, defect, gemis, ...
  • αποστερώ στα ολλανδικά - beroven, beroofd, van kinderen beroven, kinderen beroven, beroofd en
  • αποστολή στα ολλανδικά - vracht, missie, zending, opdracht, afvaardiging, taak, delegatie, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποστειρώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: steriliseren, te steriliseren, steriliseer, gesteriliseerd, steriliseren van