Αποτελώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποτελώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
samenstellen, componeren, vormen, uitmaken, make-up, uitmaken van, deel uitmaken van, maakt omhoog
Αποτελώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτελώ

αποτελώ στα αγγλικά, αποτελεί συνώνυμα, αποτελώ english, αποτελώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποτελώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποτελεσματικός στα ολλανδικά - doeltreffend, werkend, werkdadig, doelmatig, afdoend, effectief, effectieve, ...
  • αποτελεσματικότητα στα ολλανδικά - effectiviteit, doelmatigheid, doeltreffendheid, werkzaamheid, efficiëntie
  • αποτεφρώνω στα ολλανδικά - verbranden, verassen, verbrand, te verbranden, verbranding van
  • αποτιμώ στα ολλανδικά - taxeren, schatten, waardevol, gewaardeerd, gewaardeerde, waarde, is gewaardeerd
Τυχαίες λέξεις
Αποτελώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: samenstellen, componeren, vormen, uitmaken, make-up, uitmaken van, deel uitmaken van, maakt omhoog