Απόρριψη στα ολλανδικά
Μετάφραση: απόρριψη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afwijzing, verwerping, afkeuring, afstoting, weigering
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόρριψη
απόρριψη κλήσεων με απόκρυψη cosmote, απόρριψη αγωγής ως αόριστης, απόρριψη κλήσεων, απόρριψη βιβλίων, απόρριψη αγωγής ως απαράδεκτης, απόρριψη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απόρριψη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- απόπλυση στα ολλανδικά - uitspoeling, uitloging, uitlogen, logen, de uitloging
- απόρρητος στα ολλανδικά - raadsel, puzzel, verborgen, confidentie, geheim, mysterie, geheimenis, ...
- απόσταξη στα ολλανδικά - distillatie, destillatie, de distillatie, distilleren, de destillatie
- απόσταση στα ολλανδικά - afstand, eind, verte, Straal, Afstand tot, loopafstand
Τυχαίες λέξεις
Απόρριψη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afwijzing, verwerping, afkeuring, afstoting, weigering
Μεταφράσεις: afwijzing, verwerping, afkeuring, afstoting, weigering