Απόσταξη στα ολλανδικά
Μετάφραση: απόσταξη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
distillatie, destillatie, de distillatie, distilleren, de destillatie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόσταξη
απόσταξη πορτοκαλιού, απόσταξη αρωματικών φυτών, απόσταξη κρασιού, απόσταξη αιθέριων ελαίων, απόσταξη υπό κενό, απόσταξη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απόσταξη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- απόρρητος στα ολλανδικά - raadsel, puzzel, verborgen, confidentie, geheim, mysterie, geheimenis, ...
- απόρριψη στα ολλανδικά - afwijzing, verwerping, afkeuring, afstoting, weigering
- απόσταση στα ολλανδικά - afstand, eind, verte, Straal, Afstand tot, loopafstand
- απόστολος στα ολλανδικά - voorvechter, apostel, apostle
Τυχαίες λέξεις
Απόσταξη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: distillatie, destillatie, de distillatie, distilleren, de destillatie
Μεταφράσεις: distillatie, destillatie, de distillatie, distilleren, de destillatie