Βωμός στα ολλανδικά

Μετάφραση: βωμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
altaar, altaars
Βωμός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βωμός

βωμός του δία, βωμόσ του μολώχ, βωμόσ του διόσ στην πέργαμο, βωμός 12 θεών, βωμόσ στον άγνωστο θεό, βωμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βωμός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βυθομέτρηση στα ολλανδικά - klinkend, klinkende, klinken, klinkt, sonderingsraketten
  • βυρσοδεψώ στα ολλανδικά - tanen, leerlooien, looien, currier, Currier van, die Currier
  • βόλτα στα ολλανδικά - gaan, karren, varen, rijden, rit, ritje, ride, ...
  • βόμβα στα ολλανδικά - bombarderen, bom, bomb, bommen, bom te
Τυχαίες λέξεις
Βωμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: altaar, altaars