Γνέθω στα ολλανδικά

Μετάφραση: γνέθω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spinnen, rotatie, draai, draaien
Γνέθω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνέθω

γνέθω κλώθω, γνέθω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γνέθω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γλύφω στα ολλανδικά - beeldhouwen, uithouwen, uithakken, glyph, hiëroglief, glief
  • γλώσσα στα ολλανδικά - tong, verlaten, taal, alleen, schoenzool, redevoering, rede, ...
  • γνέφω στα ολλανδικά - sein, seinen, zet, slag, kenmerken, gebaar, geste, ...
  • γνήσια στα ολλανδικά - echt, wezenlijk, werkelijk, authentiek, echte, originele, oprechte
Τυχαίες λέξεις
Γνέθω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: spinnen, rotatie, draai, draaien