Γνέθω στα ουκρανικά

Μετάφραση: γνέθω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крутити, кружляння, крутитися, прясти, спин, спін
Γνέθω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνέθω

γνέθω κλώθω, γνέθω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γνέθω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • γλύφω στα ουκρανικά - вирізувати, вирізьбити, дробити, гліф, гліф з, гліфи, гліф перелічується
  • γλώσσα στα ουκρανικά - виключний, лангуст, попід, піді, промову, баритися, підошва, ...
  • γνέφω στα ουκρανικά - сигналізувати, сигнал, жестикулювати, рухливий, кивніть, жест, вабити, ...
  • γνήσια στα ουκρανικά - щиро, справжній, справжнє, фактичний
Τυχαίες λέξεις
Γνέθω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: крутити, кружляння, крутитися, прясти, спин, спін