Γνωστό στα ολλανδικά

Μετάφραση: γνωστό, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bekend, bekende, gekende, een bekende, bekend is
Γνωστό στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνωστό

γνωστό ως το νησί της αφροδίτης, γνωστό γ λυκείου, γνωστό τηλεπαρουσιαστή με την κοκαΐνη, γνωστό ποτό north, γνωστό ρούμι, γνωστό λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γνωστό στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γνωστικός στα ολλανδικά - oplettend, aandachtig, attent, gnostische, gnostisch, gnostieke, gnostic, ...
  • γνωστοποιώ στα ολλανδικά - aanschrijven, bekendmaken, aankondigen, adviseren, verwittigen, in kennis, melden, ...
  • γνωστός στα ολλανδικά - welbekend, vermaard, roemruchtig, gevierd, roemvol, gerenommeerd, glorierijk, ...
  • γνώμη στα ολλανδικά - dunk, zin, vonnis, effect, visie, gedachte, impressie, ...
Τυχαίες λέξεις
Γνωστό στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bekend, bekende, gekende, een bekende, bekend is