Δεσμίδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: δεσμίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wis, bundel, pakket, pakje, verpakking, schoof, pak, garf, bos, riem, ream, pak papier
Δεσμίδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσμίδα

δεσμίδα 11 εισιτηρίων, μονήρης δεσμίδα, τοξοειδής δεσμίδα, τοξοειδή δεσμίδα, δεσμίδα χαρτονομισμάτων, δεσμίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δεσμίδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • δεξιός στα ολλανδικά - juist, waar, rechts, gegrond, rechter, recht, vandehands, ...
  • δερμάτινος στα ολλανδικά - lederen, leerachtig, leer, taai, leren, leder, in leer, ...
  • δεσμευτικός στα ολλανδικά - reep, strip, strook, band, windsel, bindend, verbindend, ...
  • δεσμεύω στα ολλανδικά - binden, inbinden, begaan, boei, kluisteren, kluister, boeien, ...
Τυχαίες λέξεις
Δεσμίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wis, bundel, pakket, pakje, verpakking, schoof, pak, garf, bos, riem, ream, pak papier