Δεσμίδα στα τούρκικα
Μετάφραση: δεσμίδα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paket, demet, delmek, kağıt topu, ream, etmemekte, delik açmak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμίδα
δεσμίδα 11 εισιτηρίων, μονήρης δεσμίδα, τοξοειδής δεσμίδα, τοξοειδή δεσμίδα, δεσμίδα χαρτονομισμάτων, δεσμίδα λεξικό γλώσσας τούρκικα, δεσμίδα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δεξιός στα τούρκικα - tam, pek, uygun, doğru, hukuk, hak, sağ, ...
- δερμάτινος στα τούρκικα - deri, deriden, deri ile, derinin içinde
- δεσμευτικός στα τούρκικα - bağlayıcı, bağlama, bağlanma, bağlanması, ciltleme
- δεσμεύω στα τούρκικα - yapmak, köstek, pranga, fetter, bir pranga olarak, gelişimini engellediğinin
Τυχαίες λέξεις
Δεσμίδα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: paket, demet, delmek, kağıt topu, ream, etmemekte, delik açmak
Μεταφράσεις: paket, demet, delmek, kağıt topu, ream, etmemekte, delik açmak