Διορία στα ολλανδικά

Μετάφραση: διορία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitdrukking, term, vakterm, deadline, termijn, uiterste datum, uiterste termijn, uiterste
Διορία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διορία

διορία υποβολής φορολογικής δήλωσης, διορία του νέρωνος, διορία υποβολής φορολογικής δήλωσης 2012, διορία υποβολής φορολογικών δηλώσεων, διορία μέχρι ιούνιο για 180.000 «αιώνιους» φοιτητές αλλιώς διαγραφή, διορία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διορία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διοικητικός στα ολλανδικά - beheer, bestuur, toediening, administratie, administratiekantoor, administratief, bestuurs-, ...
  • διοικώ στα ολλανδικά - besturen, beheren, administreren, dioiko
  • διορίζομαι στα ολλανδικά - beleggen, investeren, inhuldigen, benoemd, benoemde, aangesteld, benoemd tot, ...
  • διορίζω στα ολλανδικά - benoemen, aanstellen, betekenen, dagen, deputeren, afvaardigen, depute
Τυχαίες λέξεις
Διορία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: uitdrukking, term, vakterm, deadline, termijn, uiterste datum, uiterste termijn, uiterste