Επίσκεψη στα ολλανδικά
Μετάφραση: επίσκεψη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bezoek, afgaan, bezoeken, opzoeken, visite, bezoekje, verblijven
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσκεψη
επίσκεψη σε μουσείο, επίσκεψη στο μουσείο της ακρόπολης, επίσκεψη γερμανού προέδρου, επίσκεψη στην ακρόπολη, επίσκεψη μέρκελ στην αθήνα, επίσκεψη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επίσκεψη στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- επίσημος στα ολλανδικά - plechtig, formeel, beambte, ceremonieel, officieel, afgemeten, ambtenaar, ...
- επίσης στα ολλανδικά - buitendien, evenzeer, bovendien, eveneens, mede, verder, voorts, ...
- επίσκοπος στα ολλανδικά - bisschop, Bishop, bischop, loper, de bisschop
- επίσπευση στα ολλανδικά - acceleratie, versnelling, de versnelling, versnellen, versnelde
Τυχαίες λέξεις
Επίσκεψη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bezoek, afgaan, bezoeken, opzoeken, visite, bezoekje, verblijven
Μεταφράσεις: bezoek, afgaan, bezoeken, opzoeken, visite, bezoekje, verblijven