Επισκόπηση στα ολλανδικά

Μετάφραση: επισκόπηση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
karakterschets, overzicht, enquête, onderzoek, survey
Επισκόπηση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επισκόπηση

επισκόπηση βιβλιογραφίας, επισκόπηση τύπου ναυτεμπορική, επισκόπηση υγείας sf-36, επισκόπηση τύπου, επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, επισκόπηση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επισκόπηση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επισκιάζω στα ολλανδικά - dwerg, minuscuul, gnoom, aardmannetje, dwergachtig, overschaduwen, uitblinken, ...
  • επισκοπή στα ολλανδικά - bisdom, diocees, het bisdom, diocese, ressort
  • επισπεύδω στα ολλανδικά - afdoen, terugzetten, afwikkelen, versnellen, afhandelen, spoed, radheid, ...
  • επιστάτης στα ολλανδικά - wachter, bewaker, meier, intendant, opzichter, inspecteur, superintendent, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισκόπηση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: karakterschets, overzicht, enquête, onderzoek, survey