Επιφέρω στα ολλανδικά
Μετάφραση: επιφέρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
epifero
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιφέρω
επιφέρω αγγλικά, επιφέρω συνώνυμα, επιφέρω τι σημαινει, επιφέρω λεξικό, επιφέρω στα αγγλικά, επιφέρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επιφέρω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- επιτόκιο στα ολλανδικά - belang, voordeel, belangstelling, interesseren, interest, aangelegenheid, rente, ...
- επιφάνεια στα ολλανδικά - oppervlakte, oppervlak, ondergrond, het oppervlak, vlak
- επιφανής στα ολλανδικά - roemvol, welbekend, roemruchtig, gerenommeerd, vermaard, befaamd, glorieus, ...
- επιφανειακά στα ολλανδικά - oppervlak, oppervlakte, ondergrond, het oppervlak, vlak
Τυχαίες λέξεις
Επιφέρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: epifero
Μεταφράσεις: epifero