Ερωτοτροπώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: ερωτοτροπώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
erf, eerbetoon, rechtbank, vrijen, scharrelen, gerechtshof, huldebetoon, hulde, hof, binnenplaats, Dally, getalmd, van Dally, wordt getalmd
Ερωτοτροπώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ερωτοτροπώ

ερωτοτροπώ ονειροκριτης, ερωτοτροπώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ερωτοτροπώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ερωτηματολόγιο στα ολλανδικά - vragenlijst, de vragenlijst, enquête, vragenlijst van, vragenlijst in
  • ερωτικός στα ολλανδικά - erotisch, erotische, de erotische, erotiek
  • ερωτώ στα ολλανδικά - vragen, vraag, stellen, te vragen, vraagt
  • ερώτημα στα ολλανδικά - vraag, kwestie, ondervragen, navraag, vraagstuk, betrokken, vragen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ερωτοτροπώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: erf, eerbetoon, rechtbank, vrijen, scharrelen, gerechtshof, huldebetoon, hulde, hof, binnenplaats, Dally, getalmd, van Dally, wordt getalmd